Υγεία

Τζιν Χάκμαν, η σπουδαία καριέρα του «σκληρού» του Χόλιγουντ – Ο πεζοναύτης που κέρδισε Όσκαρ

Τζιν Χάκμαν

Ο Τζιν Χάκμαν είναι ένας από εκείνους τους ηθοποιούς που κέρδισαν την αγάπη των σινεφίλ. Ανήκει στη σπάνια εκείνη κατηγορία των «σκληρών» του Χόλιγουντ – όχι λόγω της εικόνας του, αλλά λόγω της ακατέργαστης έντασης που έφερνε σε κάθε ρόλο.

Με ατσάλινο βλέμμα, ένας ηθοποιός που δεν χρειαζόταν φανταχτερούς διαλόγους ή επιτηδευμένα κόλπα για να επιβληθεί στη σκηνή. Από τον αδίστακτο ντετέκτιβ στο «The French Connection» μέχρι τους δυναμικούς ηγέτες και τους σκοτεινούς αντι-ήρωες, η ερμηνεία του ήταν πάντα συγκλονιστική.  

Ο θρύλος του Χόλιγουντ Τζιν Χάκμαν βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στη Σάντα Φε στο Νέο Μεξικό των ΗΠΑ μαζί με τη σύζυγό του, την κλασική πιανίστρια Μπέτσι Αρακαουά. Στο βιογραφικό του σπουδαίου  ηθοποιού περιλαμβάνονται σχεδόν 100 ταινίες. Κέρδισε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1971 «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία», καθώς και Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1992 «Οι ασυγχώρητοι». Ο Χάκμαν είχε επίσης, βραβευτεί με τρεις Χρυσές Σφαίρες, δυο Βραβεία BAFTA και με το τιμητικό βραβείο Σέσιλ Ντε Μιλ, που του απονεμήθηκε το 2003.

Από το 2004 είχε αποσυρθεί από τα κινηματογραφικά δρώμενα, και είχε ασχοληθεί με τη συγγραφή ιστορικών μυθιστορημάτων.

Η αστυνομία της κομητείας Σάντα Φε εντόπισε τις σορούς του 95χρονου ηθοποιού Χάκμαν και της 63χρονης Αρακαουά -της επί 34 χρόνια συζύγου του και του σκύλου τους- το απόγευμα της Τετάρτης.

Δεν έχει ανακοινωθεί η αιτία θανάτου τους μέχρι στιγμής, ωστόσο, οι τοπικές αστυνομικές Αρχές επιβεβαίωσαν την είδηση σήμερα Πέμπτη, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις εγκληματικής ενέργειας.

Δύο Όσκαρ και τρεις Χρυσές Σφαίρες

Ο Χάκμαν ήταν από τους πιο καταξιωμένους ηθοποιούς όλων των εποχών, χάρη στις πρωταγωνιστικές του εμφανίσεις στις ταινίες «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία», «Μπόνι και Κλάιντ» και «Οικογένεια Τενενμπάουμ».

Γεννήθηκε στην Καλιφόρνια στις 30 Ιανουαρίου 1930 του. Οι γονείς του και ο αδερφός του μετακόμιζαν από πόλη σε πόλη και τελικά εγκαταστάθηκαν στο Ντάνβιλ του Ιλινόις. Ο πατέρας του εργαζόταν ως τυπογράφος στην εφημερίδα της περιοχής Commercial-News. Οι γονείς του πήραν διαζύγιο το 1943 κι ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια του.

Ο Χάκμαν θυμόταν τον πατέρα του να αποχαιρετά την οικογένεια με ένα νεύμα του χεριού όταν ήταν 13 ετών.

«Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσα πολλά μπορεί να σημαίνει μια μικρή χειρονομία», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του το 2011, προσθέτοντας: «Ίσως γι’ αυτό έγινα ηθοποιός».

Η μητέρα του, που πέθανε το 1962, ήταν θύμα πυρκαγιάς την οποία προκάλεσε η ίδια κατά λάθος από τσιγάρο.

Από τους πεζοναύτες στην Καλιφόρνια

Στα 16 του έφυγε από το σπίτι και δηλώνοντας ψεύτικη ηλικία κατετάγη στους πεζοναύτες, όπου υπηρέτησε για 4,5 χρόνια. Με την απόλυσή του, πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου κάνει δουλειές του ποδαριού για να μπορεί να ζήσει.

Ο ηθοποιός Τζιν Χάκμαν
Ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός Τζιν Χάκμαν / AP Photo/Mark J. Terrill, file

Το 1956 θα μετακομίσει στην Καλιφόρνια για να γίνει ηθοποιός. Σπούδασε στη σχολή θεάτρου της Πασαντίνα.

Εκεί γνωρίστηκε κι έγινε φίλος των Ντάστιν Χόφμαν και Ρόμπερτ Ντιβάλ. Με τον Χόφμαν αντιμετωπίζονταν ως αουτσάιντερ από τους συμφοιτητές τους. Μάλιστα, σε μια ψηφοφορία που αφορούσε τα μέλη της θεατρικής ομάδας που είχαν λιγότερες ευκαιρίες να πετύχουν, ο Χάκμαν και ο Χόφμαν συγκέντρωσαν τις περισσότερες αρνητικές ψήφους. Αποφασισμένος να τους διαψεύσει ο Χόφμαν μπήκε σε ένα λεωφορείο με προορισμό τη Νέα Υόρκη.

Ο Χάκμαν δούλευε ως θυρωρός σε ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη όταν συνάντησε ξανά έναν από τους καθηγητές του στο θέατρο της Πασαντίνα. Ο καθηγητής θέλοντας να υπενθυμίσει στον ηθοποιό ότι δεν ήταν πλασμένος για ηθοποιός του είπε: «Βλέπεις, Χάκμαν, σου το είπα ότι δεν επρόκειτο να καταφέρεις τίποτα».

Ο Χάκμαν κατάφερε να μπει σε κάποιους θιάσους εκτός του Μπρόντγουεϊ, ενώ τον πρώτο του σημαντικό ρόλο τον πήρε στο κλασικό «Μπόνι και Κλάιντ», για να κερδίσει την πρώτη του υποψηφιότητα για το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.

«Εκπαιδεύτηκα για να γίνω ηθοποιός, όχι σταρ. Εκπαιδεύτηκα για να παίζω ρόλους, όχι για να ασχολούμαι με τη φήμη, τους ατζέντηδες, τους δικηγόρους και τον Τύπο», είχε πει κάποτε σε συνέντευξή του. 

«Μου κοστίζει πραγματικά πολύ συναισθηματικά να βλέπω τον εαυτό μου στην οθόνη. Σκέφτομαι τον εαυτό μου και αισθάνομαι ότι είμαι αρκετά νέος, και μετά βλέπω αυτόν τον ηλικιωμένο άντρα με τα σακουλιασμένα πηγούνια και τα κουρασμένα μάτια και τα λίγα μαλλιά».

Το 1964, στα 34 χρόνια του, είχε τη μεγάλη του επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ στο «Any Wednesday». Η συμμετοχή του σε αυτή την παράσταση του άνοιξε τις πόρτες για κινηματογραφική καριέρα. Έκανε το ντεμπούτο του στην ταινία Λίλιθ (Lilith, 1964) πλάι στον Γουόρεν Μπίτι. Εμφανίστηκε επίσης στην τηλεοπτική σειρά The Invaders.

Η αρχή της δεκαετίας του χάρισε ακόμη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία «Ποτέ δεν τραγούδησα για τον πατέρα μου» (I Never Sang for My Father, 1970) και η τελική καταξίωση ήρθε το 1971 όταν βραβεύτηκε με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του ως αστυνομικός Τζίμι Ποπάι Ντόιλ στην ταινία του Γουίλιαμ Φρίντκιν «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία» (The French Connection) – που βραβεύτηκε επίσης με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.

Το αστυνομικό θρίλερ διαθέτει μια από τις καλύτερες σκηνές καταδίωξης όλων των εποχών, με ακροβατικά στο κέντρο του Μπρούκλιν – όλα παράνομα. Παραδόξως, όλοι φάνηκε να βγαίνουν από τα γυρίσματα χωρίς ούτε μια γρατζουνιά.

«Η δημιουργία ταινιών ήταν πάντα επικίνδυνη – τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά – αλλά επιλέγω να θεωρώ αυτή την ταινία ως μια στιγμή σε μια καριέρα γεμάτη επιτυχίες και αποτυχίες», δήλωσε ο Χάκμαν στην εφημερίδα The Post το 2021 σε σπάνια συνέντευξη, για να γιορτάσει την 50ή επέτειο της ταινίας. «Σίγουρα με βοήθησε στην καριέρα μου και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό», είχε αναφέρει.

Το 1972 πρωταγωνίστησε στην ταινία «Η περιπέτεια του Ποσειδώνα» (The Poseidon Adventure, 1972) και το 1974 ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα «Η συνομιλία» (The Conversation). Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε σε έναν από τους διασημότερους κωμικούς του ρόλους, ως τυφλός ερημίτης, στην ταινία του Μελ Μπρουκς «Φρανκενστάιν Τζούνιορ» (Young Frankenstein, 1974).

Τζιν Χάκμαν
Το 1972, ο Τζιν Χάκμαν κέρδισε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία «The French Connection»/ AP File

Ο Χάκμαν συνέχισε να πρωταγωνιστεί στο «Night Moves» (1975), στο «Bite the Bullet» (1975), στο «Superman» (1978). Υποδύθηκε έναν ύπουλο δικηγόρο φοροτεχνικών στην ταινία «The Firm» (1993) και έναν εκκεντρικό πατέρα στην ταινία «The Royal Tenenbaums» (2001). Ανέλαβε τον ρόλο του Λεξ Λούθορ στην κινηματογραφική εκδοχή του «Σούπερμαν» (Superman: The Movie) και επανέλαβε τον ρόλο στις συνέχειες του 1980 και 1987.

Το 1988 έλαβε τη δεύτερή του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου (η τέταρτη συνολικά) για την ταινία του Άλαν Πάρκερ «Ο Μισσισσιπής καίγεται» (Mississipi Burning) κι είχε επίσης έναν αξιομνημόνευτο ρόλο στην ταινία «Αδιέξοδο» (No Way Out) όπου εμφανίστηκε στο πλευρό του Κέβιν Κόστνερ και της Σον Γιανγκ.

Το 1995 υποδύθηκε έναν παραγωγό του Χόλιγουντ στην ταινία «Πιάστε τον κοντό» (Get Shorty) πλάι στους Τζον Τραβόλτα και Ντάνι Ντε Βίτο, έναν μοχθηρό πιστολά στην ταινία του Τζον Χέρον «Γρήγορη και θανάσιμη» (The Quick and the Dead) πλάι στους Σάρον Στόουν, Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Ράσελ Κρόου, καθώς κι έναν καπετάνιο υποβρυχίου στην ταινία «Κράιμσον Τάιντ» (Crimson Tide) πλάι στον Ντένζελ Ουάσινγκτον.

Το 1996 εμφανίστηκε στον ρόλο ενός συντηρητικού γερουσιαστή στην επανεκτέλεση της ταινίας του 1978 «Το κλουβί με τις τρελές» (La Cage aux Folles), που προβλήθηκε με τίτλο «Φτερά και Πούπουλα» (The Birdcage). Συμπρωταγωνιστής του στην ταινία ήταν ο Ρόμπιν Γουίλιαμς.

Το 1997 ανέλαβε τον ρόλο ενός προέδρου των ΗΠΑ που διαπράττει έγκλημα στην ταινία του Κλιντ Ίστγουντ «Απόλυτη δύναμη» (Absolute Power, 1997).

Το 2001 εμφανίστηκε στην ταινία μυστηρίου του Ντέιβιντ Μάμετ «Το κόλπο» (The Heist), καθώς επίσης και στην κωμωδία «Καρδιοκατακτητές» (Heartbreakers) πλάι στις Σιγκούρνι Γουίβερ και Τζένιφερ Λαβ Χιούιτ και στην ταινία «Οικογένεια Τενενμπάουμ» (The Royal Tenenbaums, 2001). Ο ρόλος του στην ταινία του χάρισε Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας σε Δράμα ή Μιούζικαλ.

Το 2003 συμπρωταγωνίστησε μετά από πολλά χρόνια με τον φίλο του από τα παλιά, Ντάστιν Χόφμαν, στην ταινία «Οι ένορκοι» (Runaway Jury, 2003) και το 2004 έκανε την τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση στην ταινία «Όλοι οι άνθρωποι του δημάρχου» (Welcome to Mooseport, 2004).

Το 2003 βραβεύτηκε με βραβείο Σέσιλ Μπι ΝτεΜιλ για την προσφορά του στον χώρο της εβδομης τέχνης. Απονέμοντάς του το βραβείο, ο Μάικλ Κέιν χαρακτήρισε τον Χάκμαν ως «κορυφαίο ηθοποιό».

«Είτε πρόκειται για κωμωδία είτε για δράμα, είσαι ο πιο ταλαντούχος ηθοποιός στην Αμερική. Είσαι επίσης ένα πραγματικά υπεράνθρωπο ον», πρόσθεσε ο Ρόμπιν Γουίλιαμς, ο οποίος συν-παρουσίασε το βραβείο.

Η τελευταία ταινία

Έπειτα από περισσότερες από 100 ταινίες, ο Χάκμαν συμμετείχε για τελευταία φορά σε ταινία το 2004 και πιο συγκεκριμένα, στην ταινία Όλοι οι άνθρωποι του δημάρχου (Welcome to Mooseport, 2004).

Στη συνέχεια αποσύρθηκε στο Νέο Μεξικό.

Το 2008, είχε δηλώσει μιλώντας στο Reuters: «Δεν έχω κάνει συνέντευξη Τύπου για να ανακοινώσω τη συνταξιοδότηση, αλλά ναι, δεν πρόκειται να ξαναπαίξω σε ταινία» συμπληρώνοντας ότι: «μου έχουν πει να μην το λέω τα τελευταία χρόνια, σε περίπτωση που προκύψει κάποιος εξαιρετικός ρόλος, αλλά πραγματικά δεν θέλω να το κάνω πια».

«Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι αποτέλεσε στην πραγματικότητα τεστ κοπώσεως στη Νέα Υόρκη», δήλωσε στο Empire το 2009. «Ο γιατρός με διαβεβαίωσε ότι δεν θα έπρεπε να υποβάλλω την καρδιά μου θα έπρεπε να την υποβάλλω σε οποιαδήποτε πίεση», είχε αναφέρει.

Στη συνέχεια αφοσιώθηκε στη συγγραφή μυθιστορημάτων. «Είναι πολύ χαλαρωτικό για μένα», είχε πει για το γράψιμο ο Χάκμαν. «Δεν φαντάζομαι τον εαυτό μου ως σπουδαίο συγγραφέα, αλλά μου αρέσει πολύ η διαδικασία» είχε αναφέρει. Είναι «διαφορετικό είδος άγχους», είχε παραδεχθεί.

«Στην πραγματικότητα, μου αρέσει η μοναξιά της συγγραφής. Μοιάζει κατά κάποιο τρόπο με την υποκριτική, αλλά είναι πιο ιδιωτικό και νιώθω ότι έχω περισσότερο έλεγχο σε αυτό που προσπαθώ να πω και να κάνω», δήλωσε στο Reuters.

«Υπάρχει πάντα ένας συμβιβασμός στην υποκριτική και στον κινηματογράφο, δουλεύεις με τόσους πολλούς ανθρώπους και όλοι έχουν μια γνώμη. Αλλά με τα βιβλία, είμαστε μόνο εγώ και ο Νταν και οι απόψεις μας. Δεν ξέρω αν μου αρέσει περισσότερο από την υποκριτική, απλά είναι διαφορετικό. Το βρίσκω χαλαρωτικό και ανακουφιστικό».

Προσωπική ζωή

Ο Χάκμαν έμενε με τη σύζυγό του, τη συνταξιούχο πιανίστρια Μπέτσι Αρακάουα με την οποία παντρεύτηκαν το 1991 και ζούσαν στο Σάντε Φε στο Νέο Μεξικό. Είχε τρία παιδιά, τον Κρίστοφερ, την Ελίζαμπεθ Τζιν και τη Λέσλι Αν, την οποία είχε αποκτήσει με την αείμνηστη πρώην σύζυγό του, Φέι Μαλτέζε με την οποία είχε χωρίσει το 1986.

Ο Τζιν Χάκμαν έπαιζε γκλοφ και ζωγράφιζε. Οδηγούσε αυτοκίνητα Formula Ford και συμμετείχε στον αγώνα αντοχής Daytona το 1983.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, έδωσε λίγες συνεντεύξεις και απέφευγε τον τρόπο ζωής των διασημοτήτων.

Πληροφορίες από BBC, Independent

 

 

To άρθρο Τζιν Χάκμαν, η σπουδαία καριέρα του «σκληρού» του Χόλιγουντ – Ο πεζοναύτης που κέρδισε Όσκαρ δημοσιεύτηκε στο NewsIT .

Related Articles

Back to top button