Ο Daniel, η Covid και ο γρίφος με την αύξηση των θανάτων στη Θεσσαλία

Η βουλευτής Λάρισας του ΠαΣοΚ, Ευαγγελία Λιακούλη, καταθέτει επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή με αφορμή το περιεχόμενο επιστημονικής μελέτης, η οποία έχει καταγράψει «335 πλεονάζοντες θανάτους» στη Θεσσαλία στο διάστημα που ακολούθησε το καταστροφικό πέρασμα του Daniel.
Τι ζητά να μάθει; Εάν η κυβέρνηση έχει αξιολογήσει τα δεδομένα και σε ποιες ενέργειες έχει προβεί. Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη απαντά πως τα δυο γεγονότα – οι πλημμύρες και οι πλεονάζοντες θάνατοι – δεν σχετίζονται.
Θα ήταν ενδεχομένως μια συνηθισμένη κοινοβουλευτική αντιπαράθεση εάν στο μεταξύ δεν αναλάμβανε η «Ομάδα Αλήθειας» να παραδώσει στη χλεύη τη βουλευτή που ρώτησε.
Απαντώντας στην βουλευτή του ΠαΣοΚ, η αναπληρώτρια υπουργός προέβαλε το επιχείρημα ότι «… η έρευνα δεν λέει ότι εξέτασε αιτίες θανάτων, ότι σχετίζονται με τη θεομηνία, ούτε κατέγραψε παραλείψεις, ούτε ασχολήθηκε καν με το ποιες ήταν αυτές. Εσείς έρχεστε, λοιπόν, αυθαίρετα και λέτε ότι υπάρχουν τριακόσιοι επιπλέον θάνατοι στην περιοχή που αποδίδονται στον Daniel».
Ωστόσο, κανένας δεν μπορεί διαφωνεί με το ότι η καταγραφή επιπλέον 335 θανάτων, αίφνης, σε μία περιοχή μετά από ένα τέτοιο καταστροφικό γεγονός, δεν είναι από μόνο του μεγάλο ζήτημα το οποίο χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.
Που βασίστηκε η μελέτη
Να σημειωθεί ότι οι συντάκτες της μελέτης βασίστηκαν σε δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) και του ΕΟΔΥ (Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας). Διευκρινίζουν δε, ότι καθώς στοιχεία με τις αιτίες των θανάτων για τη δεδομένη χρονική περίοδο δεν είναι ακόμη διαθέσιμα, μέρος μόνο της πλεονάζουσας ολικής θνησιμότητας που καταγράφηκε στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα μπορεί να αποδοθεί στους δηλωθέντες άμεσους θανάτους της πλημμύρας, ή τους δηλωθέντες θανάτους σχετιζόμενους με τις εξάρσεις λοιμωδών και υδατογενών / τροφιμογενών νοσημάτων που παρατηρήθηκαν στις πληγείσες περιοχές μετά την πλημμύρα.
«Βάσει της διεθνούς βιβλιογραφίας, υποθέτουμε πως το μεγαλύτερο μέρος της πλεονάζουσας θνησιμότητας προήλθε από καρδιαγγειακά ή/και αναπνευστικά νοσήματα κύρια λόγω της γενικευμένης επιδείνωσης των κοινωνικοοικονομικών καθοριστών της υγείας στους πληγέντες πληθυσμούς ή/και της διατάραξης της πρόσβασης τους σε υπηρεσίες υγείας», αναφέρουν.
Επίσης, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ορισμένοι από τους πλεονάζοντες θανάτους που καταγράφηκαν μετά τις 27 Σεπτεμβρίου 2023, να αντανακλούν το συνδυασμένο αντίκτυπο των δύο καιρικών φαινομένων, δηλαδή του Daniel και του κυκλώνα «Ηλία», που έπληξε κι αυτός με τη σειρά του τη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα, στις 27 Σεπτεμβρίου 2023, μόλις 22 ημέρες μετά τις φονικές πλημμύρες.
Παράλληλα, εξετάζουν το ενδεχόμενο επιπρόσθετοι παράγοντες, όπως δασικές πυρκαγιές, καύσωνες και η πανδημία COVID-19, να συνέβαλαν στην παρατηρούμενη αύξηση της θνησιμότητας στους τρεις πληγέντες νομούς.
«Ωστόσο, το γεγονός ότι δε σημειώθηκε γενικευμένη αύξηση της θνησιμότητας σε όλη την Ελλάδα (με εξαίρεση ορισμένους γεωγραφικά διάσπαρτους νομούς, όπου η εκεί σχετική αύξηση της θνησιμότητας εκδηλώθηκε πριν τον κυκλώνα Daniel και συνδέεται με άλλα τοπικά συμβάντα) υποδηλώνει ότι η παρατηρούμενη πλεονάζουσα θνησιμότητα στην Καρδίτσα / Τρίκαλα, τη Μαγνησία και τη Φθιώτιδα μπορεί, σε μεγάλο βαθμό, να αποδοθεί στον κυκλώνα Daniel και στις καταστροφικές πλημμύρες που προκάλεσε», αναφέρουν.
Τι έδειξε η μελέτη
Ειδικότερα, η μελέτη της ερευνητικής ομάδας του ΚΕΠΥ δείχνει ότι κατά το πρώτο τρίμηνο μετά την καταστροφική πλημμύρα, στους Νομούς Καρδίτσας, Μαγνησίας, Τρικάλων και Φθιώτιδας εκδηλώθηκαν 335 περισσότεροι θάνατοι σε σχέση με τους αναμενόμενους θανάτους βάσει των ιστορικών δεδομένων θνησιμότητας στις εν λόγω περιοχές από τα έτη 2015-2019.
«Τα ευρήματα της μελέτης του ΚΕΠΥ είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά, καθώς υποδηλώνουν ότι ο πραγματικός αριθμός θανάτων από τον κυκλώνα Daniel στους πληγέντες νομούς της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας είναι έως και 20 φορές υψηλότερος από τον επίσημο απολογισμό των θυμάτων, επιβεβαιώνοντας τους επιστημονικούς ισχυρισμούς ότι η αποτίμηση του μεγέθους και των επιπτώσεων των πλημμυρικών γεγονότων με τη χρήση των άμεσων απωλειών υποεκτιμά σημαντικά τις πραγματικές επιπτώσεις των πλημμυρών στην υγεία των πληγέντων πληθυσμών», επισημαίνεται.
Τα αποτελέσματα επίσης υποδηλώνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της πλεονάζουσας θνησιμότητας (281 από τους 335 πλεονάζοντες θανάτους) επήλθε μετά την πρώτη εβδομάδα της καταστροφικής πλημμύρας, «… επιβεβαιώνοντας», όπως σημειώνεται, «προηγούμενες μελέτες σχετικά με τις σημαντικές μεσοπρόθεσμες (και όχι απλά άμεσες) αρνητικές επιπτώσεις των πλημμυρών στην υγεία των πληγέντων πληθυσμών».
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του ΕΟΔΥ, από τον Σεπτέμβριο έως και τον Δεκέμβριο 2023, στην Περιφέρεια Θεσσαλίας σημειώθηκε:
- Έξαρση των κρουσμάτων λεπτοσπείρωσης, με συνολικά 45 περιστατικά αποδιδόμενα σε έκθεση στις πλημμύρες εκ των οποίων τα δύο κατέληξαν. Διερεύνηση αυτών των περιστατικών έδειξε ότι το 85% οφείλεται σε επαφή των κατοίκων με μολυσμένα ύδατα κατά τη διαδικασία καθαρισμού των σπιτιών τους και ένα 15% αφορά εργαζόμενους που ενεπλάκησαν στην αποκατάσταση ζημιών μετά τις πλημμύρες. Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ η έξαρση των κρουσμάτων λεπτοσπείρωσης στη Θεσσαλία κρίνεται ως ιδιαίτερα σοβαρή, δεδομένου ότι ο μέσος ετήσιος αριθμός κρουσμάτων λεπτοσπείρωσης στη Θεσσαλία την περίοδο 2004-22 πριν τις πλημμύρες, δεν ξεπερνούσε τα 3 κρούσματα ετησίως.
- Έξαρση των κρουσμάτων σαλμονέλλωσης (με συνολικά 46 περιστατικά) και των κρουσμάτων λοίμωξης από καμπυλοβακτηρίδιο (με συνολικά 64 δηλωμένα κρούσματα), προφανώς σχετιζόμενη με την έκθεση σε μολυσμένο νερό ή σε μολυσμένα τρόφιμα από τους κατοίκους.
- Έξαρση των λοιμώξεων από τον Ιό του Δυτικού Νείλου (με συνολικά 61 δηλωμένα κρούσματα, εκ των οποίων τα 46 με εκδηλώσεις από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα). Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ η έξαρση των λοιμώξεων από ιό του Δυτικού Νείλου μετά τις πλημμύρες κρίνεται ως σημαντική, δεδομένου ότι στη Θεσσαλία το 2023 καταγράφηκε εξαπλάσια επίπτωση της λοίμωξης από ιό του Δυτικού Νείλου με εκδηλώσεις νευρο-διεισδυτικής νόσου, σε σχέση με το σύνολο της χώρας (6.7 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους στη Θεσσαλία, έναντι 1.1 ανά 100.000 στο σύνολο της χώρας), αλλά και η υψηλότερη επίπτωση της σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας ότι «… οι 17 άμεσοι θάνατοι κατά τις πρώτες ημέρες της πλημμύρας και οι εξάρσεις λοιμώξεων από λεπτοσπείρωση, σαλμονέλλωση, κολοβακτηρίδιο και από τον ιό του Δυτικού Νείλου, κατά το πρώτο τετράμηνο μετά τις πλημμύρες, αποτελούν κατά πάσα πιθανότητα την κορυφή του παγόβουνου του φορτίου νοσηρότητας και θνησιμότητας που δέχτηκαν οι πληθυσμοί στις πληγείσες περιοχές μετά την καταστροφική πλημμύρα του Daniel».
Οι θάνατοι κατά την πρώτη εβδομάδα
Επίσης, κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας της κακοκαιρίας και των επακόλουθων πλημμυρικών φαινομένων, παρατηρήθηκε αύξηση της ολικής θνησιμότητας πάνω από την αναμενόμενη στην Μαγνησία κατά 39%, στην Καρδίτσα και στα Τρίκαλα κατά 40% και στη Φθιώτιδα κατά 57%. Συνολικά, ο αριθμός των πλεοναζόντων θανάτων στους τρεις πληγέντες νομούς ανήλθε στους 54 (στην Μαγνησία 15, στην Καρδίτσα και στα Τρίκαλα 21 και στη Φθιώτιδα 18).
Οι θάνατοι κατά τη διάρκεια των 3 μηνών
Κατά τους τρεις μήνες που ακολούθησαν τις πλημμύρες, καταγράφηκαν 78 πλεονάζοντες θάνατοι στην Μαγνησία, 155 στην Καρδίτσα και στα Τρίκαλα και 102 στη Φθιώτιδα.
«Συνολικά, ο αριθμός των πλεοναζόντων θανάτων στους τρεις πληγέντες νομούς ανήλθε τους 335», αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης, σημειώνοντας ότι δεν παρατηρήθηκε γενικευμένη αύξηση της θνησιμότητας σε νομούς που δεν επηρεάστηκαν από την κακοκαιρία.
Κορυφή του παγόβουνου
Δυστυχώς οι επίσημες καταγραφές των υγειονομικών επιπτώσεων του κυκλώνα Daniel αποτυπώνουν μόνο την κορυφή του παγόβουνου του φορτίου νοσηρότητας και θνησιμότητας που δέχτηκαν οι πληθυσμοί στις πληγείσες περιοχές μετά την καταστροφική πλημμύρα, συμπεραίνουν οι ειδικοί.
Επίσης, βασιζόμενοι στη διεθνή βιβλιογραφία, αναφέρουν ότι η κατανομή της πλεονάζουσας θνησιμότητας δεν υπήρξε ομοιόμορφη στους πληγέντες πληθυσμούς και ότι τα χαμηλά κοινωνικονομικά στρώματα στη Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα πλήρωσαν δυσανάλογο τίμημα στην υγεία τους μετά από την πλημμύρα.
Τέλος, διαπιστώνουν ότι οι «ανθρωπογενείς πλημμυρικές καταστροφές» κατά κανόνα αντιμετωπίζονται ως επείγουσες καταστάσεις. Οι παρεμβάσεις έχουν κατά κανόνα βραχύ χρονικό εύρος ολίγων εβδομάδων και μονομερή σχεδόν επικέντρωση στη διαχείριση των άμεσων επιπτώσεων υγείας – τρόπος αντιμετώπισης ο οποίος δεν είναι επαρκής.
Ακραίες συνθήκες
«Οι συνθήκες που βιώσαμε εκείνη την περίοδο στη Θεσσαλία, ήταν ακραίες. Κάναμε δύο τρεις μελέτες το 2023 και το2024 οι οποίες πράγματι έδειξαν αύξηση των περιστατικών λεπτοσπείρωσης. Τα περιστατικά “ακολουθούσαν” τα νερά…», είπε στο Βήμα ο Καθηγητής Πνευμονολογίας και Διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης. Όπως εξηγεί, οι περισσότεροι άνθρωποι που ασθένησαν ανέβασαν υψηλό πυρετό, λόγω λεπτοσπείρωσης, και νοσηλεύτηκαν. «Επίσης», προσθέτει, «επειδή εκείνη την περίοδο πολλοί άνθρωποι είχαν μείνει χωρίς σπίτι, συγχρωτίζονταν, με αποτέλεσμα να παρατηρήσουμε μεγάλη αύξηση των λοιμώξεων του αναπνευστικού».
ΕΟΔΥ: Μελέτη με μεθολογικά προβλήματα
Το Βήμα επικοινώνησε με τον καθηγητή Υγιεινής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και Πρόεδρο του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), Χρήστο Χατζηχριστοδούλου. Εκείνη την περίοδο ήταν επικεφαλής του Συντονιστικού Κέντρου Δημόσιας Υγείας, που είχε στηθεί στο Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις πλημμύρες.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηχριστοδούλου, η συγκεκριμένη μελέτη έχει πολλούς περιορισμούς και μεθοδολογικά προβλήματα, πέραν αυτών – όπως λέει – που έχει εγγενώς σαν οικολογική – περιγραφική μελέτη. «Η περίοδος που εξετάστηκε – Φθινόπωρο και Χειμώνα του ’23 – ήταν η εποχή μετά τον Covid. Με τα συστήματά μας είχαμε διαπιστώσει τότε αύξηση των λοιμώξεων του αναπνευστικού λόγω Covid και γρίπης», αναφέρει.
Σημειώνει επίσης, ότι οι συντάκτες της μελέτης συνέκριναν την ολική θνησιμότητα στην περιοχή, σε σύγκριση με παλαιότερες χρονιές, χωρίς να έχουν τις ειδικές αιτίες θνησιμότητας. «Χρειαζόμαστε αιτία ανά θάνατο για να έχουμε σύνδεση ή όχι με τον Daniel», είπε.
Δεκαεπτά οι τεκμηριωμένοι θάνατοι
Όπως αναφέρει, μέχρι στιγμής 17 θάνατοι έχουν συνδεθεί τεκμηριωμένα με τις πλημμύρες οι περισσότεροι λόγω πνιγμού, δύο από λεπτοσπείρωση και ένας από δερματική λοίμωξη που ήρθε σε επαφή με μολυσμένα νερά. «Ήμουν υπεύθυνος, ως Καθηγητής Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας, για όλη την αντιμετώπιση του γεγονότος. Στήσαμε δίκτυο παρακολούθησης και κάναμε και εργαστηριακές διαγνώσεις. Διαπιστώσαμε τότε ότι η αύξηση των νοσημάτων του αναπνευστικού ήταν η ίδια με αυτή της υπόλοιπης Ελλάδας και ειδικά στις πλημμυρισμένες περιοχές. Κοιτούσαμε γαστρεντερίτιδες, λεπτοσπείρωση, αναπνευστικά νοσήματα και νοσήματα με διαβιβαστές (σ.σ. ιός Δυτικού Νείλου) σε καθημερινή βάση μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023», σημειώνει.
Εν αναμονή των αιτίων
«Η μελέτη του ΚΕΠΥ έχει και χωροταξικά προβλήματα, δεδομένου ότι δεν επλήγησαν όλες οι περιοχές της Θεσσαλίας από την πλημμύρα. Αν δηλαδή σε μία περιοχή της Περιφέρειας, που δεν ήταν πλημμυρισμένη, παρατηρείται αυξημένη θνησιμότητα, θα αποδώσω όλους τους θανάτους στις πλημμύρες;», αναφέρει ο Πρόεδρος του ΕΟΔΥ, και προσθέτει ότι αναμένεται άμεσα η ανάλυση των δεδομένων από την ΕΛΣΤΑΤ ανά θάνατο, αιτία και περιοχή. «Επιπλέον», σημειώνει, «δεν παρατηρήθηκε αύξηση στις γαστρεντερίτιδες τόσο από τα δικά μας συστήματα επιτήρησης όσο και από τις νοσηλείες για αντίστοιχα νοσήματα, σε σύγκριση με τα τρία προηγούμενα έτη. Ειδικά για τον ιό του Δυτικού Νείλου, που εκτελέστηκε ένα εξαιρετικό πρόγραμμα επιτήρησης και παρέμβασης, τα κρούσματα που καταγράφηκαν ήταν χαμηλότερα από τα αναμενόμενα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ θα τα δούμε και σε επίπεδο Δήμου. Για παράδειγμα, πρέπει να δούμε αν αυτοί που επλήγησαν από τις πλημμύρες είχαν καρδιαγγειακό νόσημα και “έφυγαν” απ’ αυτό εξαιτίας της κατάστασης. Εν ολίγοις, θέλουμε να δούμε την ειδική θνησιμότητα, να δούμε τι έγινε το διάστημα που ακολούθησε με την ολική θνησιμότητα και τη συσχέτισή της με τις πραγματικά πληγείσες περιοχές. Επίσης, πρέπει να κοιτάξουμε όλη τη χρονοσειρά, τόσο πριν όσο και μετά την κρίσιμη περίοδο».
Η ταυτότητα της μελέτης
Οι συντάκτες της μελέτης είναι οι Ηλίας Κονδύλης, αν. Καθηγητής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας – Πολιτικής Υγείας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Ευδοξία Βαλαβάνη, υποψήφια Διδάκτωρ Δημόσιας Υγείας στο ΑΠΘ, Βασίλης Μπέλλος, επ. Καθηγητής στο Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και Αλέξης Μπένος, ομ. Καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στο ΑΠΘ.
Eλενα Φυντανίδου (tovima.gr)