Τοπικά

Αν η Θεσσαλία και η περιφέρεια είχαν μικρότερο φορολογικό συντελεστή

Το άρθρο που ακολουθεί γράφτηκε από τον Νίκο Φιλιππίδη και δημοσιεύεται στην Οικονομική Καθημερινή με τον τίτλο κίνητρα ανάπτυξης. Σε αυτό, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει, καταγράφεται ποια θα ήταν η ανάπτυξη της Ελληνικής Περιφέρειας σε σύγκριση με την Αττική αν υπήρχαν διαφορετικοί φορολογικοί συντελεστές.
“Η οικονομία δείχνει ξεκάθαρα σημάδια κόπωσης. Οχι όμως ακόμα σε επίπεδα πανικού. Για πρώτη φορά μετά την πανδημία μεγεθύνεται έστω και οριακά με ρυθμό κάτω από το 2%, τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών οικονομιών παλεύει να αποφύγει την ύφεση.
Πλέον, για να επιτευχθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2,3% σε μέσα επίπεδα στο τέλος της χρονιάς, η κυβέρνηση θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτικές που θα εφαρμοσθούν εντός του έτους και μαζί με το ανεκτέλεστο δεκάδων έργων του Ταμείου Ανάκαμψης να τρέξει το δεύτερο μισό του 2025 με ρυθμό 2,6%2,7%, από 1,9% που έκλεισε το πρώτο εξάμηνο. Να ενισχύσει επί της ουσίας την κατανάλωση (καθώς επενδύσεις και εξαγωγές υπεραποδίδουν), η οποία για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια έχει περάσει σε αρνητικό έδαφος. Δύσκολη συνθήκη. Οχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί ακόμα και τα περισσότερα από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες από τον πρωθυπουργό αφορούν κατά βάση το 2026.
Ελάχιστα, όπως το επίδομα των 250 ευρώ ή τα μισθολογικά των ενστόλων, θα εφαρμοσθούν φέτος. Υπάρχει βέβαια το επίδομα ενοικίου που θα δοθεί τον Νοέμβριο και δεν υπήρχε πέρυσι, αλλά δύσκολα θα αλλάξει από μόνο του την εικόνα της κατανάλωσης. Και πλέον είναι σαφές ότι τα μέτρα για τη μεσαία τάξη, για τους μισθωτούς που περιελάμβανε το κυβερνητικό πακέτο, είναι όχι απλά απαραίτητα, αλλά συνθήκη απαραίτητη για να προχωρήσει αναπτυξιακά η χώρα, δεδομένου ότι έχουν αρχίσει να εξαντλούνται άλλες πηγές.
Η χώρα έχει γιατρέψει πολλές από τις πληγές τής προηγούμενης δεκαετίας, δεν έχει καταφέρει όμως να απαντήσει, χάνοντας πόντους πραγματικής ανάπτυξης, στο πώς θα ενισχύσει την περιφέρεια. Σήμερα, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη παράγουν σχεδόν το 60% του ΑΕΠ, ενώ οι υπόλοιπες περιφέρειες κινούνται στο 55%-65% του κοινοτικού μέσου όρου σε κατά κεφαλήν εισόδημα. Αυτή η ανισορροπία δεν είναι απλώς κοινωνικό πρόβλημα. Είναι μακροοικονομικός κίνδυνος που περιορίζει τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας.
Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα με τέτοιο δίλημμα. Αλλες ευρωπαϊκές χώρες βρέθηκαν σε αντίστοιχη θέση και υιοθέτησαν πολιτικές που έφεραν αποτελέσματα. Τη δεκαετία του ’90, η Ιρλανδία, μια χώρα με τον ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα αλλά διπλάσιο ΑΕΠ, προσέφερε φορολογικό συντελεστή 12,5% σε επιχειρήσεις που εγκαθίσταντο εκτός Δουβλίνου. Δημιούργησε τεχνολογικά πάρκα στην περιφέρεια με fast track αδειοδοτήσεις. Αποτέλεσμα, η απασχόληση στην περιφέρεια αυξήθηκε κατά 40% σε 15 χρόνια, και πολλές πολυεθνικές επέλεξαν μικρές πόλεις ως έδρες.
Η Ισπανία προκάλεσε την αναγέννηση της Γαλικίας και της Βαλένθια, με ειδικά ταμεία επενδύσεων για ΜΜΕ, κίνητρα για αγροδιατροφή και μεταποίηση, με επιδοτήσεις έως 60% για εξαγωγικές εταιρείες. Αποτέλεσμα, η Γαλικία, από μια φτωχή αγροτική περιοχή, έγινε παγκόσμιο κέντρο στη βιομηχανία ιχθυοκαλλιέργειας και των logistics.
Η Ελλάδα παρά τα κίνητρα επενδύσεων που θέσπιζε (και θεσπίζει) στον εκάστοτε αναπτυξιακό, είχε μια άρνηση σε φορολογικά κίνητρα. Σε μειωμένους συντελεστές για όσους επέλεγαν να μεταφέρουν τη ζωή και τη δραστηριότητά τους στην περιφέρεια.
Ηρθε η ώρα αυτό να αλλάξει. Κάθε 1 ευρώ επένδυσης στην περιφέρεια μπορεί να αποφέρει 2,5 ευρώ σε τοπικό ΑΕΠ, ενώ στην Αττική ο πολλαπλασιαστής είναι μόλις 1,3. Δηλαδή η επένδυση στην περιφέρεια είναι πιο αποδοτική για τη συνολική οικονομία.
Κάθε 1 ευρώ επένδυσης στην περιφέρεια μπορεί να αποφέρει 2,5 ευρώ σε τοπικό ΑΕΠ.”.
Κ.Τ. kosmoslarissa.gr

Related Articles

Back to top button