Τι χωρίζει Βερολίνο και Παρίσι στην κοινή δράση για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας – Σήμερα η συνάντηση Μερτς και Μακρόν

Η ενίσχυση της συνεργασίας Γαλλίας και Γερμανίας στην αμυντικής βιομηχανίας στα πλαίσια του σχεδίου επανεξοπλισμού της ΕΕ (ReArmEU) και των νέων αυξημένων δεσμεύσεων έναντι του ΝΑΤΟ αναμένεται να αποτελέσει το βασικότερο, ίσως, θέμα της σημερινής (23.7.25) συνάντησης Μερτς – Μακρόν στο Βερολίνο.
Η συνάντηση του καγκελαρίου της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς με τον πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας αναφορικά με την αμυντική βιομηχανία και τον επανεξοπλισμό της ΕΕ, αποτελεί μέρος ενός μπαράζ αντίστοιχων συναντήσεων του Μερτς με Ευρωπαίους ηγέτες (πχ τον Βρετανό Στάρμερ, το Νορβηγό Στόρε, τον Τσέχο Φιάλα, κλπ). το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τις συναντήσεις που είχε ο Μερτς με τους προαναφερθέντες ηγέτες, η συνάντηση με το Μακρόν δεν αναμένεται να είναι τόσο «εύκολη».
Και αυτό όχι μόνο γιατί έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις σε σχέση με τις τρέχουσες απαιτήσεις επανεξοπλισμού (οι οποίες αλληλοδιαπλέκονται και με άλλες διαφωνίες σε σχέση με άλλα ζητήματα, όπως του νέου κοινοτικού προϋπολογισμού), αλλά γιατί υπάρχουν διαχρονικές διαφορετικές δομές σε κάθε μία χώρα όσον αφορά της αμυντικής βιομηχανίας.
Ξεκινώντας από τις τρέχουσες κόντρες της Γαλλίας και της Γερμανίας, υπενθυμίζεται πως έχει συμφωνηθεί ένα γιγάντιο νέο κοινό έργο το «Κύριο Σύστημα Επίγειας Μάχης (MGCS)» που αφορά άρματα μάχης και προορίζεται να αντικαταστήσει το Leopard 2 και το γαλλικό αντίστοιχο.
Το Μελλοντικό Σύστημα Αεροπορικής Μάχης (FCAS) προορίζεται να δημιουργήσει ένα μαχητικό αεροσκάφος με δυνατότητα stealth που θα μπορούσε να εγγυηθεί την αεροπορική υπεροχή για δεκαετίες.
Αυτά είναι σημαντικά έργα υπό το φως της ρωσικής απειλής και της φθίνουσας αμερικανικής υπόσχεσης υποστήριξης στην Ευρώπη, σημειώνει η Handelsblatt, συμπληρώνοντας πως αυτά τα μεγάλα έργα δεν ξεκινούν πραγματικά.
Πριν από δέκα χρόνια, η Krauss-Maffei-Wegmann και η γαλλική εταιρεία Nexter συγχωνεύθηκαν ειδικά για την κατασκευή του νέου υπερ-τανκ.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής έχουν υπάρξει ελάχιστα στοιχεία συνεργασίας εκτός μιας κοινής εταιρείας χαρτοφυλακίου στο Άμστερνταμ. Την ίδια ώρα οι Γερμανοί ιδιοκτήτες, με επικεφαλής τις οικογένειες Bode και Braunbehrens, προφανώς επιδιώκουν έξοδο μέσω του χρηματιστηρίου.
Το νέο τανκ …βιάζεται λιγότερο να κατασκευαστεί, καθώς η κυκλοφορία του έχει προγραμματιστεί για το 2040.
Τα προβλήματα με το νέο μαχητικό αεροσκάφος FCAS είναι ακόμη μεγαλύτερα. Ο γαλλικός κατασκευαστής αεροσκαφών Dassault και ο γερμανός συνεργάτης του Airbus Defence διαφωνούν ανοιχτά για την κατανομή των ευθυνών.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Dassault, Eric Trappier, θέλει το 80% των εργασιών ανάπτυξης. Η Dassault είναι ο «λάθος συνεργάτης», ισχυρίζονται τώρα ανοιχτά τα συμβούλια εργαζομένων της Airbus στη Γερμανία.
Πώς λειτουργεί η γαλλική αμυντική βιομηχανία
Οι διαμάχες στον κλάδο έχουν βαθύτερες αιτίες από τις συνήθεις εχθρότητες μεταξύ της διοίκησης του κλάδου.
Ουσιαστικά, η Γαλλία έχει διαφορετική κατανόηση της ασφάλειας και της κυριαρχίας από τη Γερμανία.
Η Γαλλία δεν βασίστηκε ποτέ στην υποστήριξη των ΗΠΑ μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκτός από την κατασκευή του δικού του πυρηνικού αποτρεπτικού μέσου, αυτό απαιτεί επίσης μια κυρίαρχη αμυντική βιομηχανία που να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των στρατιωτικών δυνατοτήτων.
Ο κεντρικός παράγοντας είναι το γαλλικό κράτος, το οποίο κατέχει μετοχές σχεδόν σε όλες τις μεγάλες αμυντικές εταιρείες, από την Thales μέχρι τη Naval και την Nexter, και ασκεί επιρροή στην εταιρική πολιτική.
Ο εκάστοτε Γάλλος πρόεδρος είναι πάντα ο εκπρόσωπος για τα μαχητικά αεροσκάφη Rafale ή τις φρεγάτες του Ναυτικού σε ταξίδια στο εξωτερικό.
Πώς λειτουργεί η γερμανική αμυντική βιομηχανία
Η εικόνα που έχει η Γερμανία για τον εαυτό της είναι αρκετά διαφορετική σε σχέση με τη γαλλική. Πρώτα – πρώτα, το γερμανικό κράτος δεν είναι μέτοχος στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η χώρα είδε τον εαυτό της ως δύναμη ειρήνης και την αμυντική βιομηχανία ως «αναγκαίο κακό».
Ο γερμανικός στρατός, η Bundeswehr παρήγγειλε πολύ περιορισμένες ποσότητες και οι ευκαιρίες εξαγωγής ήταν πολιτικά περιορισμένες.
Όσες γερμανικές εταιρείες μπορούσαν να παράξουν αμυντικό εξοπλισμό, όπως η Siemens με την KMW ή η MAN με την Renk, αποσύρθηκαν.
Οι εταιρείες και τα Family Offices απέφυγαν τις αμυντικές εταιρείες. Ό,τι δεν είχαν, το αγόραζαν από την προστάτιδα δύναμη, τις ΗΠΑ.
Οι γερμανικές εταιρείες αδρανούσαν και οι Γερμανοί πολιτικοί ονειρεύονταν ισότιμες συνεργασίες με τη γαλλική βιομηχανία, οι οποίες ήταν προσανατολισμένες στην κυριαρχία και την κυριαρχία. Αυτό δεν μπορούσε να έχει καλό τέλος.
Οι νέες προκλήσεις της γαλλικής και γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας
Επομένως, οι Μερτς και Μακρόν πρέπει επιτέλους να παράσχουν σαφήνεια στην πολιτική των εξοπλισμών.
Ο Μακρόν πρέπει να δεσμευτεί στη συνεργασία στη βιομηχανία του και να περιορίσει τις υπερβολικές απαιτήσεις για κυριαρχία.
Ο Μερτς, από την άλλη πλευρά, πρέπει να παρουσιάσει τη Γερμανία ως έναν αξιόπιστο εταίρο που δεν θα εγκαταλείψει την από κοινού -στα πλαίσια της ΕΕ (ReArmEU 2030/ SAFE) αλλά και του ΝΑΤΟ- συμφωνημένη πορεία και θα μπορεί να μην εξαρτάται από τις ΗΠΑ στο σκέλος του αμυνυτικού εξοπλισμού το συντομότερο δυνατό.
Μόνο τότε θα πετάξουν τα νέα μαχητικά αεροσκάφη και θα ολοκληρωθούν τα νέα άρματα μάχης, και η Ευρώπη θα ληφθεί σοβαρά υπόψη ως κυρίαρχος παράγοντας σε έναν ταραγμένο κόσμο, σημειώνει η Handelsblatt.
To άρθρο Τι χωρίζει Βερολίνο και Παρίσι στην κοινή δράση για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας – Σήμερα η συνάντηση Μερτς και Μακρόν δημοσιεύτηκε στο NewsIT .