Focus στην αύξηση των επενδύσεων από το ΥΠΟΙΚ – Ποιες είναι οι προκλήσεις

Κεντρικός στόχος του υπουργείου Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ) και ευρύτερα της κυβέρνησης για το επόμενο διάστημα, να διατηρηθεί η δυναμική των επενδύσεων σε καινοτομία και ενέργεια ακόμα και μετά την ολοκλήρωση του κύκλου του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις του Κυριάκου Πιερρακάκη στην Ουάσινγκτον, στο περιθώριο της συνάντησης με τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ. Έμφαση δόθηκε επιπλέον στην προσέλκυση αμερικανικών επενδύσεων σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, με επίκεντρο στην τεχνολογική καινοτομία και στις ενεργειακές υποδομές.
Ο λόγος για αυτή την στόχευση του ΥΠΟΙΚ είναι πως από την πορεία των επενδύσεων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, με την έγκαιρη και ορθή απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων να παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Το χρονοδιάγραμμα είναι συγκεκριμένο. Ως το 2026 οι εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης κορυφώνονται ενώ οι διεθνείς οργανισμοί προβλέπουν ότι, μετά το τέλος αυτού του κύκλου, οι ρυθμοί μεγέθυνσης θα είναι χαμηλότεροι σε σχέση με την τριετία 2024-2026. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τοποθετεί την ελληνική ανάπτυξη λίγο πάνω από το 2% ως το 2027, ενώ στη συνέχεια βλέπει επιβράδυνση. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι μεσοπρόθεσμα η αύξηση του ΑΕΠ θα κινηθεί κάτω από το 2%, αν δεν υπάρξει νέα κινητοποίηση επενδύσεων.
Παρά το γεγονός ότι η προσοχή όλων είναι στραμμένη στην «επόμενη ημέρα» μετά το Ταμείο Ανάκαμψης, σύμφωνα με όσα δηλώνουν αρμόδιες πηγές στο newsit.gr, θεωρείται δεδομένο πως μετά τη λήξη του προγράμματος θα υπάρξει χρηματοδοτικό κενό.
Αυτό σημαίνει πως εάν δεν κλείσει με νέα ευρωπαϊκά εργαλεία ή με εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων μεγάλης κλίμακας, το αποτέλεσμα θα είναι λιγότερα νέα έργα και μικρότερη πρόσθετη συνεισφορά στο ΑΕΠ σε σχέση με την τρέχουσα περίοδο.
Ο αμερικανικός προστατευτισμός
Ωστόσο, η προσπάθεια για την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων στην Ελλάδα (και ευρύτερα στην ΕΕ) συναντά σημαντικά εμπόδια. Το πλαίσιο που συμφωνήθηκε μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ για εμπόριο και επενδύσεις, περιλαμβάνει δέσμευση για νέες επενδύσεις ευρωπαϊκών εταιρειών στις ΗΠΑ έως το 2028 (περίπου 600 δισ. δολάρια) και μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές αμερικανικής ενέργειας και τεχνολογίας (περί τα 750 δισ. δολάρια στην ενέργεια και τουλάχιστον 40 δισ. δολάρια σε μικροκυκλώματα τεχνητής νοημοσύνης), αλλάζοντας πλήρως το κέντρο βάρους των ροών κεφαλαίου, εκτρέποντας τες προς τις ΗΠΑ, ενώ και το περιβάλλον των αυξημένων δασμών οδηγεί πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες στην επιλογή της μεταφοράς της παραγωγής τους σε αμερικανικό έδαφος προκειμένου να «γλυτώσουν» από τις εισφορές στα προϊόντα τους. Αυτό μειώνει τη δεξαμενή επενδυτικών σχεδίων που θα έρχονταν στην Ευρώπη, αλλά και το ευρύτερο κλίμα του προστατευτισμού σημαίνει πως πλέον είναι πολύ πιο δύσκολο αμερικανικά κεφάλαια να επενδυθούν κάπου αλλού εκτός από τις ίδιες τις ΗΠΑ.
Επιπλέον, η πανευρωπαϊκή «στροφή» προς την ασφάλεια και τις αμυντικές επενδύσεις (με τεράστιο όφελος για την αμερικανική οπλική βιομηχανία καθώς ωθείται σημαντικό μέρος των παραγγελιών στις ΗΠΑ), έχει πολύ περιορισμένη επίδραση για την Ελλάδα. Η αδύναμη πολεμική βιομηχανία και περιορισμένη παραγωγή υψηλής προστιθέμενης αξίας, δεν είναι ελκυστική για μια ευρεία προσέλκυση νέων επενδύσεων καθώς οι εγχώριες συμβάσεις περιορίζονται συχνά σε συναρμολόγηση, υποστήριξη ή ανταλλακτικά, χωρίς ουσιαστική μεταφορά τεχνογνωσίας.
Οι ιδιωτικές επενδύσεις
Σε ένα άλλο επίπεδο, το στοίχημα είναι η οικονομία να περάσει σε ένα καθεστώς αυξανόμενων ιδιωτικών επενδύσεων και από την εσωτερική αγορά.
Επ’ αυτού, η Ελλάδα θα πρέπει να διανύσει μεγάλη απόσταση, καθώς είναι γνωστό πως «πονά» στο σκέλος της χρηματοδότησης τους, λόγω της εγχώριας αποταμίευσης. Η Ελλάδα καταγράφει αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών, γεγονός που σημαίνει ότι μεγάλο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος καταναλώνεται και δεν δημιουργείται επαρκής εγχώρια «δεξαμενή» κεφαλαίων για να στηρίξει τις επενδύσεις.
Σε αυτά ας προστεθούν και οι επισημάνσεις του προέδρου του ΙΟΒΕ, Ν. Βέττα, και του προέδρου της McKinsey, Κ. Τσόπελας, στο πρόσφατο 6ο συνέδριο της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών. Επισημαίνουν πως η δομή των επενδύσεων στην Ελλάδα παραμένει προβληματική γιατί στηρίζεται δυσανάλογα σε κατασκευές και τουρισμό και λιγότερο σε εξοπλισμό, R&D κ.α. που ανεβάζουν την παραγωγικότητα. Ο επιχειρηματικός ιστός είναι κατακερματισμένος σε πολύ μικρές εταιρείες χωρίς κλίμακα, με υψηλό εισαγόμενο περιεχόμενο στα έργα (άρα χαμηλό πολλαπλασιαστή στο ΑΕΠ) και περιορισμένη διασύνδεση με εξαγωγές. Αν προστεθούν σε αυτά το υψηλό κόστος κεφαλαίου και η χαμηλή εγχώρια αποταμίευση που στενεύουν τη χρηματοδότηση, καθώς και θεσμικές «τριβές» (αδειοδοτήσεις, νομική αβεβαιότητα), γίνεται σαφές γιατί καθυστερούν μεγάλα project και αποθαρρύνονται επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας.
To άρθρο Focus στην αύξηση των επενδύσεων από το ΥΠΟΙΚ – Ποιες είναι οι προκλήσεις δημοσιεύτηκε στο NewsIT .