Διάλογος με όρους ή ευθύνη χωρίς όρους;
Όταν μια κυβέρνηση καλεί σε διάλογο, το πρώτο ερώτημα δεν είναι ποιος κάθεται στο τραπέζι. Είναι ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για όσα προηγήθηκαν.
Στην περίπτωση του πρωτογενούς τομέα, οι δηλώσεις περί «ουσιαστικού διαλόγου» ακούγονται σε μια στιγμή που χιλιάδες αγρότες και κτηνοτρόφοι δεν αισθάνονται ότι συζητούν για το μέλλον τους, αλλά ότι καλούνται να προσαρμοστούν σε μια πραγματικότητα που τους επιβλήθηκε χωρίς να ευθύνονται.
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι μια τεχνική λεπτομέρεια. Είναι βαθιά πολιτικό ζήτημα. Όταν κτηνοτρόφοι χάνουν επιδοτήσεις και δικαιώματα επειδή το κράτος δεν κατέγραψε έγκαιρα τα θανατωθέντα ζώα, τότε δεν μιλάμε για αστοχία ενός συστήματος, αλλά για αποτυχία του κράτους να προστατεύσει τον ίδιο τον πολίτη του.
Και εδώ υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο που δεν μπορεί να παραβλεφθεί:
τα ζώα αυτά δεν χάθηκαν από αμέλεια των παραγωγών.
Θανατώθηκαν με κρατική εντολή, στο πλαίσιο υγειονομικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και της κτηνοτροφίας συνολικά. Ο κτηνοτρόφος συμμορφώθηκε, έκανε αυτό που του ζητήθηκε και εμπιστεύθηκε το κράτος.
Όταν, μετά από αυτό, ο ίδιος άνθρωπος τιμωρείται επειδή το κράτος δεν φρόντισε να ενημερώσει σωστά τα μητρώα του, τότε η ευθύνη δεν μπορεί να μετακυλίεται. Δεν είναι θέμα ελέγχου. Είναι θέμα δικαιοσύνης.
Η απώλεια δικαιωμάτων δεν είναι απώλεια ενός επιδόματος. Είναι αφαίρεση προοπτικής. Είναι ο αποκλεισμός από την παραγωγή για τα επόμενα χρόνια, η οικονομική ασφυξία, η εγκατάλειψη της δραστηριότητας. Είναι το σημείο όπου ο πρωτογενής τομέας δεν συρρικνώνεται απλώς, αλλά διαλύεται σιωπηρά.
Και εδώ γεννάται το μεγάλο πολιτικό ερώτημα:
πώς μπορεί να ζητείται διάλογος με όρους, όταν πρώτα δεν έχει αποκατασταθεί η ζημιά που προκάλεσε η ίδια η λειτουργία του κρατικού μηχανισμού;
Η δημοσιονομική σταθερότητα είναι αναγκαία.
Η ευρωπαϊκή συμμόρφωση είναι δεδομένη.
Αλλά κανένα κράτος δεν κράτησε ζωντανή την ύπαιθρό του μεταφέροντας τα λάθη του στους παραγωγούς.
Ο πρωτογενής τομέας δεν είναι κόστος. Είναι εθνική υποδομή. Είναι τροφή, περιφέρεια, κοινωνική συνοχή και ασφάλεια. Όταν αυτός αποδυναμώνεται, η ζημιά δεν αφορά μια επαγγελματική ομάδα. Αφορά τη χώρα.
Αν ο διάλογος είναι ειλικρινής, τότε οφείλει να ξεκινά από ένα αυτονόητο σημείο:
την ανάληψη πολιτικής ευθύνης για όσα έγιναν με κρατική εντολή και κατέληξαν σε βάρος των παραγωγών.
Χωρίς αυτό, ο διάλογος δεν είναι λύση. Είναι απλώς αναβολή του προβλήματος.



