Πέθανε η Μπριζίτ Μπαρντό
Σε ηλικία 91 ετών, έφυγε από τη ζωή η θρυλική Γαλλίδα ηθοποιός Μπριζίτ Μπαρντό, σύμβολο της σεξουαλικής απελευθέρωσης της δεκαετίας του 1960 και ένθερμη προστάτιδα των ζώων, όπως ανακοίνωσε σήμερα το Fondation Brigitte Bardot, το ίδρυμα που φέρει το όνομά της.
«Το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό ανακοινώνει με απέραντη θλίψη τον θάνατο της ιδρύτριας και προέδρου του, της Μπριζίτ Μπαρντό, μιας διεθνώς αναγνωρισμένης ηθοποιού και τραγουδίστριας, που επέλεξε να εγκαταλείψει μια περίβλεπτη σταδιοδρομία για να αφιερώσει τη ζωή και την ενέργειά της στην υπεράσπιση των ζώων και στο Ίδρυμά της», αναφέρει ανακοίνωση που διαβιβάστηκε στο Γαλλικό Πρακτορείο, χωρίς να αναφέρει την ημέρα ή τον τόπο θανάτου.
Η Μπριζίτ Μπαρντό, γνωστή επίσης με τα αρχικά της, BB («Μπεμπέ»), εγκατέλειψε τα φώτα του κινηματογράφου σε ηλικία μόλις 39 ετών, το 1973, και αφιερώθηκε στο ίδρυμά της για την προστασία των ζώων, αφήνοντας πίσω της 48 ταινίες και δύο σκηνές που μπήκαν στο Πάνθεον της Έβδομης Τέχνης, ένα παθιασμένο μάμπο στην ταινία Και ο Θεός έπλασε τη Γυναίκα (Et Dieu… créa la femme – 1956) και έναν μονόλογο, γυμνή, στην ταινία Η Περιφρόνηση (Mépris).
«Έδωσα τη νεότητα και την ομορφιά μου στους άντρες, δίνω τη σοφία και την εμπειρία μου στα ζώα», είχε πει ανακοινώνοντας την αποχώρησή της από τον κινηματογράφο και σηματοδοτώντας την πορεία της στη συνέχεια που κάποιες στιγμές αμαυρώθηκε από εμπρηστικά σχόλια για τις εθνοτικές μειονότητες και ανοιχτή υποστήριξη στο ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας.
Γεννημένη στις 28 Σεπτεμβρίου του 1934 σε μια εύπορη οικογένεια του Παρισιού και σπούδασε μπαλέτο, κερδίζοντας μια θέση στο φημισμένο Ωδείο του Παρισιού. Ταυτόχρονα, βρήκε δουλειά ως μοντέλο, εμφανιζόμενη στο εξώφυλλο του Elle το 1950, ενώ ήταν ακόμα 15 ετών. Ως αποτέλεσμα της δουλειάς της ως μοντέλο, της προσφέρθηκαν ρόλοι στον κινηματογράφο. Σε μια οντισιόν γνώρισε τον σκηνοθέτη Ροζέ Βαντίμ, τον οποίο θα παντρευόταν το 1952, αφού έκλεισε τα 18.
Επιλέχθηκε στην αρχή για μικρούς ρόλους, με αυξανόμενη δημοφιλία. Υποδύθηκε το αντικείμενο του πόθου του Ντερκ Μπογκάρντ στην ταινία Doctor at Sea, η οποία σημείωσε μεγάλη επιτυχία στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1955.
Αλλά ήταν η ταινία του Βαντίμ Και ο Θεός Έπλασε τη Γυναίκα, στην οποία η Μπαρντό υποδύθηκε μια ασυγκράτητη έφηβη στο Σεν Τροπέ, που εδραίωσε την εικόνα της και την μετέτρεψε σε διεθνές είδωλο. Η ταινία σημείωσε τεράστια επιτυχία στη Γαλλία, καθώς και διεθνώς, και εκτόξευσε την Μπαρντό στην πρώτη γραμμή των φώτων.
Εκτός από το κινηματογραφικό κοινό, η Μπαρντό έγινε γρήγορα πηγή έμπνευσης για διανοούμενους και καλλιτέχνες, όπως για τον νεαρό Τζον Λένον και τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, οι οποίοι απαιτούσαν από τις τότε φίλες τους να βάψουν τα μαλλιά τους ξανθά, μιμούμενοι την ίδια. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ δημοσίευσε το διάσημο δοκίμιό της Brigitte Bardot and the Lolita Syndrome το 1959, παρουσιάζοντας την ηθοποιό ως την πιο απελευθερωμένη γυναίκα της Γαλλίας, ενώ μια δεκαετία αργότερα, το 1969, η Μπαρντό επιλέχθηκε ως το πρώτο μοντέλο στην πραγματική ζωή για τη Μαριάν, το σύμβολο της γαλλικής δημοκρατίας.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, η Μπαρντό εμφανίστηκε σε μια σειρά από ταινίες υψηλού προφίλ, όπως το υποψήφιο για Όσκαρ δράμα του Ανρί-Ζωρζ Κλουζό Η Αλήθεια, το Πολύ Ιδιωτικό Θέμα του Λουί Μαλ (με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι) και το Περιφρόνηση του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας, η Μπαρντό δέχτηκε μια σειρά από προτάσεις του Χόλιγουντ: αυτές περιλάμβαναν το Viva Maria!, μια μεξικανική κωμωδία εποχής με τη Ζαν Μορώ, και το Shalako, ένα γουέστερν με τον Σον Κόνερι.
Η Μπαρντό είχε επίσης μια παράλληλη μουσική καριέρα, η οποία περιελάμβανε την ηχογράφηση της πρωτότυπης έκδοσης του Je T’Aime… Moi Non Plus του Σερζ Γκενσμπούρ, το οποίο ο συνθέτης είχε γράψει γι’ αυτήν ενώσω είχαν εξωσυζυγική σχέση.
Ωστόσο, η Μπαρντό έβρισκε την πίεση της φήμης όλο και πιο ενοχλητική, δηλώνοντας στην εφημερίδα Guardian το 1996: «Η τρέλα που με περιέβαλλε πάντα φαινόταν εξωπραγματική. Ποτέ δεν ήμουν πραγματικά προετοιμασμένη για τη ζωή ενός σταρ». Αποσύρθηκε από την υποκριτική το 1973, σε ηλικία 39 ετών και κύριο μέλημά της έγινε ο ακτιβισμός για την προστασία των ζώων, συμμετέχοντας σε διαμαρτυρίες κατά του κυνηγιού φώκιας το 1977 και ιδρύοντας το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό το 1986.
Στη συνέχεια, η Μπαρντό έστειλε επιστολές διαμαρτυρίας σε παγκόσμιους ηγέτες για ζητήματα όπως η εξόντωση σκύλων στη Ρουμανία, η θανάτωση δελφινιών στα Νησιά Φερόε και η σφαγή γατών στην Αυστραλία.
Το 2003, στο βιβλίο της Κραυγή στη Σιωπή, υιοθέτησε ακροδεξιές πολιτικές και επιτέθηκε στους ομοφυλόφιλους και τον λεγόμενο «εξισλαμισμό της γαλλικής κοινωνίας», με αποτέλεσμα την καταδίκη της για υποκίνηση φυλετικού μίσους.
Η Μπαρντό είχε μακρά ιστορία υποστήριξης του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας. «Σχετικά με την τρομακτική αύξηση της μετανάστευσης, συμμερίζομαι απόλυτα τις απόψεις του Ζαν-Μαρί Λεπέν», είχε δηλώσει στον Guardian, ενώ το 2006, σε μια επιστολή προς τον τότε υπουργό Εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί υποστήριζε ότι ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Γαλλίας «κατέστρεφε τη χώρα».
Η Μπαρντό παντρεύτηκε τέσσερις φορές: με τον Βαντίμ μεταξύ 1952 και 1957, με τον Ζακ Σαριέ μεταξύ 1959 και 1962 (με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Νικολά, το 1960), με τον Σακς (1966-1969) και με τον πρώην σύμβουλο του Λεπέν, Μπερνάρ ντ’Ορμάλε, τον οποίο παντρεύτηκε το 1992. Είχε επίσης μια σειρά από υψηλού προφίλ σχέσεις, όπως με τον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και τον Γκενσμπούρ.



